Οι προφορικές παραδόσεις, αλλά και η έννοια της προφορικότητας εν γένει, συμπεριλαμβάνουν μία τεράστια ποικιλία μορφών γλωσσικής έκφρασης όπως οι παροιμίες, οι γρίφοι, τα παραμύθια, τα παιδικά τραγούδια, οι θρύλοι, οι μύθοι, τα επικά τραγούδια και ποιήματα, οι φράσεις που συνοδεύουν φυλαχτά και μάγια, οι προσευχές, οι ύμνοι, τα δημοτικά τραγούδια, οι δραματοποιημένες ερμηνείες γεγονότων του παρελθόντος και άλλα πολλά. Χρησιμεύουν στη μεταβίβαση της γνώσης, των πολιτισμικών και κοινωνικών αξιών, αλλά και της συλλογικής μνήμης. Διαδραματίζουν έναν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο, καθώς κρατούν τους πολιτισμούς ζωντανούς.

Ορισμένοι τύποι προφορικής έκφρασης είναι κοινοί και ενδέχεται να χρησιμοποιούνται από ολόκληρες κοινότητες, ενώ άλλων η χρήση περιορίζεται σε συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες, για παράδειγμα αποκλειστικά από γυναίκες ή άνδρες ή ίσως ακόμα και αποκλειστικά μεταξύ ανάμεσα σε ηλικιωμένους. Σε πολλές κοινωνίες, η δραματοποίηση των προφορικών παραδόσεων αποτελεί μια ιδιαίτερα εξειδικευμένη μορφή απασχόλησης και για το λόγο αυτό η κοινότητα εκτιμά βαθύτατα τους επαγγελματίες ερμηνευτές της, διότι τους θεωρεί φύλακες της συλλογικής της μνήμης. Παρόμοιοι ερμηνευτές υπάρχουν σε κοινότητες σε ολόκληρο τον κόσμο. Ενώ στις μη Δυτικές κοινωνίες οι ποιητές και οι παραμυθάδες όπως οι griots και dyelli της Αφρικής είναι φημισμένοι, θα έπρεπε να αναφέρουμε ότι τόσο στην Ευρώπη, όσο και στην Βόρειο Αμερική υφίσταται μια εξίσου πλούσια προφορική παράδοση. Στη Γερμανία και τις ΗΠΑ για παράδειγμα, συναντά κανείς εκατοντάδες επαγγελματιών αφηγητών.

Οι προφορικές παραδόσεις κι εφράσεις, επειδή περνούν από στόμα σε στόμα, συχνά διαφοροποιούνται σε έντονο βαθμό. Οι ιστορίες αποτελούν συνδυασμούς αναπαραγωγής, αυτοσχεδιασμού και δημιουργίας – ανάλογα με το είδος και την τεχνοτροπία, το περιεχόμενο και τον αφηγητή ή την αφηγήτρια. Οι συνδυασμοί αυτοί τις μετατρέπουν σε σφύζουσες, πολύχρωμες μορφές έκφρασης. Είναι όμως και εύθραυστες, καθώς η βιωσιμότητά τους εξαρτάται από τη δυνατότητα της μίας γενιάς ερμηνευτών να μεταδώσει τις παραδόσεις της στην επόμενη, σα να πρόκειται για τη συνεχόμενη σειρά των κρίκων μιας αλυσίδας.

Παρόλο που η γλώσσα ενισχύει αυτή την ακαθόριστη μορφή κληρονομιάς πολλών κοινοτήτων, η προστασία και διαφύλαξη των διαφορετικών γλωσσών υπερβαίνει τους στόχους που έθεσε η Διεθνής Σύμβαση του 2003 για τη Διαφύλαξη των Ακαθόριστων Μορφών της Πολιτιστικής μας Κληρονομιάς, παρόλο που συμπεριλαμβάνονται στο Άρθρο 2 ως «μέσα μετάδοσης μορφών πολιτισμού που δεν είναι δυνατό να καθοριστούν με συγκεκριμένο τρόπο». Οι διαφορετικές γλώσσες διαμορφώνουν το πως θα ειπωθούν οι ιστορίες, τα ποιήματα και τα τραγούδια, ενώ επηρεάζουν και το περιεχόμενό τους. Ο θάνατος μίας γλώσσας, αναπόφευκτα μας οδηγεί στην οριστική απώλεια προφορικών παραδόσεων κι εκφράσεων. Παρόλα αυτά, είναι η δραματοποιημένη αναπαράσταση προφορικών μορφών έκφρασης στο δημόσιο χώρο που διαφυλάσσει καλύτερα μια γλώσσα και όχι τα λεξικά, τα βιβλία γραμματικής και οι βάσεις δεδομένων. Οι γλώσσες επιβιώνουν σε τραγούδια και ιστορίες, γρίφους και στίχους – έτσι, η προστασία τους συνδέεται στενά με τη μεταβίβαση των προφορικών παραδόσεων.

Όπως κι άλλες μορφές πολιτιστικής κληρονομιάς που δεν μπορεί κανείς να περιγράψει με συγκεκριμένο τρόπο, οι προφορικές παραδόσεις κινδυνεύουν από τους ταχείς ρυθμούς αστικοποίησης, τη μετανάστευση σε μεγάλη κλίμακα, τη βιομηχανοποίηση και τις κλιματικές αλλαγές. Τα βιβλία, οι εφημερίδες και τα περιοδικά, το ραδιόφωνο, η τηλεόραση και το διαδίκτυο έχουν επιδράσει πολύ αρνητικά. Τα σύγχρονα μέσα μαζικής ενημέρωσης τείνουν να αλλοιώνουν ή να υποκαθιστούν παραδοσιακές μορφές προφορικής έκφρασης σε έντονο βαθμό. Εκεί που κάποτε χρειαζόταν κανείς αρκετές μέρες για να απαγγείλει επικά ποιήματα στο σύνολό τους, πλέον η απαγγελία επών περιορίζεται σε λίγες ώρες, ενώ τα παραδοσιακά τραγούδια ερωτοτροπίας που τραγουδιόντουσαν πριν το γάμο, ενδέχεται να αντικατασταθούν από ένα CD ή ηλεκτρονικά μουσικά αρχεία.

Η διατήρηση του ρόλου που διαδραματίζουν οι προφορικές παραδόσεις κι εκφράσεις στην καθημερινότητα κάθε κοινωνίας, αποτελεί και τη σημαντικότερη μορφή διαφύλαξής τους. Επίσης, η μεταβίβαση γνώσης από το ένα άτομο στο άλλο είναι ουσιώδης για την επιβίωσή της. Άρα χρειάζεται να δοθεί η ευκαιρία – για παράδειγμα – στους μεγαλύτερους να αλληλεπιδράσουν με τους νεώτερους σε σπίτια και σχολεία, προκειμένου να τους μεταφέρουν ιστορίες. Οι προφορικές παραδόσεις διαμορφώνουν συχνά με σημαντικό τρόπο τις γιορτινές και πολιτισμικές εκδηλώσεις, άρα οφείλουν να υποστηριχθούν και να ενταχθούν σε νέα πλαίσια, όπως τα φεστιβάλ αφήγησης, ώστε να ενθαρρυνθεί η δημιουργικότητα εντός της παράδοσης ανακαλύπτοντας νέες μορφές έκφρασης. Αν ακολουθήσει κανείς το πνεύμα που διαπνέει τη Σύμβαση του 2003, τα μέτρα διαφύλαξής τους θα έπρεπε να εστιάσουν στις προφορικές παραδόσεις κι εκφράσεις ως μορφές διεργασίας, όπου οι κοινότητες είναι ελεύθερες να εξερευνήσουν την πολιτιστική τους κληρονομιά, αντί να την αντιμετωπίζουν ως ένα ακόμα προϊόν προς κατανάλωση.

Οι κοινότητες, οι ερευνητές και τα ιδρύματα θα μπορούσαν επίσης να κάνουν χρήση της τεχνολογίας της πληροφορίας προκειμένου να διαφυλάξουν όλο το φάσμα και τον πλούτο των προφορικών παραδόσεων – των γραπτών παραλλαγών τους και των διαφορετικών μορφών δραματοποίησής τους συμπεριλαμβανομένων. Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά στην έκφραση, όπως ο τονισμός, αλλά και ένας ευρύτερος αριθμός ποικίλων μορφών έκφρασης μπορεί πλέον να καταγραφεί υπό τη μορφή ακουστικών ή οπτικομαγνητικών αρχείων και το ίδιο ισχύει για την αλληλεπίδραση ανάμεσα στον ερμηνευτή και το κοινό του ή μη λεκτικά στοιχεία στην αναπαράσταση μιας ιστορίας, όπως οι χειρονομίες και η μίμηση. Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και οι τεχνολογίες επικοινωνίας μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη διατήρηση, ακόμα και την ενδυνάμωση των προφορικών παραδόσεων κι εκφράσεων, μέσα από την αναμετάδοση των μαγνητοσκοπημένων παραστάσεων, τόσο στις κοινότητες όπου έλαβαν χώρα (και τις οποίες αφορούν), όσο και στο ευρύτερο κοινό.

Πηγή: http://www.unesco.org/culture/ich/index.php?pg=00053